Και... λίγο Βυζάντιο σήμερα
- «άντε πήγαινε να κουρευτείς»: σημαίνει ότι είσαι τόσο φαύλος που σου αξίζει να κουρευτείς. Στα βυζαντινά χρόνια το να είναι κάποιος κουρεμένος ήταν μεγάλη προσβολή. Συνήθως κούρευαν τα άτομα που επρόκειτο να διαπομπευτούν. Η διαπόμπευση ήταν μια συνηθισμένη διαδικασία που γινόταν σε κλέφτες, μοιχούς, μέθυσους, σημαντικά πρόσωπα που εξέπιπταν από το αξίωμά τους. Γενικά ήταν μια ατιμωτική διαδικασία.
- «κουράζομαι»: στα βυζαντινά χρόνια το ρήμα «κουρεύω» λεγόταν και «κουράζω». Το κούρεμα, επειδή ήταν συνέπεια κακής συμπεριφοράς, ήταν μια διαδικασία κουραστική ψυχικά και σωματικά. Έτσι το ρήμα κουράζω σιγά-σιγά άλλαξε σημασία.
- «αποσβολώθηκα/έμεινα αποσβολωμένος»: σήμαινε ότι ο άνθρωπος που διαπομπευόταν ένιωθε ντροπή, γιατί του άλειφαν το πρόσωπο με ασβόλη (καπνιά), προκειμένου να γελάσουν οι θεατές.
- «μουντζώνω» ή «μουντζουρώνω»: προέρχεται από την ίδια διαδικασία αλείμματος του διαπομπευόμενου με ασβόλη. Η ασβόλη λεγόταν και μούντζα (=μουντό χρώμα). Επειδή έπαιρναν την ασβόλη με την παλάμη του χεριού και μετά άνοιγαν τα δάκτυλα, ονομάστηκε «μούντζα» η υβριστική κίνηση του ανοίγματος της παλάμης.
- «να με βγάλεις ασπροπρόσωπο»: αυτός που είναι αθώος βγαίνει στην κοινωνία με λευκό πρόσωπο, ενώ ο ένοχος με μαύρο.
- «του βάρεσαν καμπάνες» - «γρήγορα θα ακούσεις την καμπάνα σου» που σημαίνει ότι θα τιμωρηθείς και «του κρέμασαν κουδούνια» που σημαίνει ότι τον τιμώρησαν, όταν μαθεύτηκαν οι πράξεις του. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τον διαπομπευόμενο όχι μόνο τον κορόιδευαν, αλλά του κρεμούσαν κουδούνια από το λαιμό.
- «δεν πας να δεις τις μπομπές σου» ή «μαθεύτηκαν οι μπομπές σου»: μπομπή σημαίνει σήμερα ανήθικη συμπεριφορά ή πράξη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η διαπόμπευση λεγόταν και πομπή.
- «έγινε του κουτρούλη ο γάμος»: έγινε μεγάλη φασαρία και υπήρξε μεγάλη αναταραχή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της τελετής διαπόμπευσης οι άνθρωποι που παρακολουθούσαν χόρευαν κρατώντας κόκκινα μαντήλια, γεγονός που θυμίζει το γάμο. Ακόμη ο τιμωρημένος λεγόταν και κουτρούλης, επειδή κουρευόταν.
- «θα σε συγυρίσω»: θα σε τιμωρήσω, καθώς η διαπόμπευση λεγόταν στο Βυζάντιο και συγύρισμα.
- «παστρεύω»: σημαίνει καθαρίζω. Προέρχεται από τη λέξη «σπαρτεύω», καθώς οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν, για να σκουπίσουν, σάρωθρα φτιαγμένα από σπαρτά.
- «κουβέντα»: σημαίνει συζήτηση, καθώς η συνεδρίαση των δύο βουλευτικών σωμάτων του κράτους ονομαζόταν «cuventus» που σήμαινε στα λατινικά δημόσια συγκέντρωση που δίνει ευκαιρία για συζήτηση.
- «σκουλαρίκι»: προέρχεται από το «σχολαρικόν ενώτιον», όπως λεγόταν τα ενώτια (σκουλαρίκια) που φορούσαν οι «Σχολάριοι», δηλαδή οι φρουροί των ανακτόρων στο Βυζάντιο. Σιγά σιγά το ουσιαστικό «ενώτιον» σταμάτησε να ακούγεται και ο επιθετικός προσδιορισμός «σχολαρικόν» ή «σχολαρίκιον» έγινε σκουλαρίκι.
- «από την Πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα»: χρησιμοποιούμε τη φράση αυτή, για να δηλώσουμε ότι κάποιος λέει ασυναρτησίες. Κατά μία άποψη, η φράση αυτή ήταν μήνυμα των Σταυροφόρων κατά την επιστροφή τους από την κατακτημένη Κωνσταντινούπολη και κατ’ επέκταση είναι μια πρόσκληση για να φθάσει κανείς στην κορυφή. Σύμφωνα με άλλη άποψη, τη φράση αυτή χρησιμοποιούσαν οι αγγελιοφόροι στο Βυζάντιο και ο απλός κόσμος, για να ορίσουν ένα σημείο συνάντησης. Έτσι το «και στην κορφή κανέλα» σημαίνει και στην κορφή του λόφου, αν μπορείς έλα (καν’ έλα)
- «του έψησαν το ψάρι στα χείλη»: τιμώρησαν και τον ταλαιπώρησαν υπερβολικά ή άδικα. Σύμφωνα με τον ιστορικό Θεοφάνη, ένας μοναχός βρέθηκε να τηγανίζει πιάτα, κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, σε μια σπηλιά κοντά στο μοναστήρι. Επειδή η πράξη του θεωρήθηκε μεγάλο αμάρτημα, ορίστηκε ως τιμωρία από το συμβούλιο του μοναστηριού να του γεμίσουν το στόμα με αναμμένα κάρβουνα και να του βάλουν στα χείλη ένα ωμό ψάρι, για να ψηθεί.
- «με το νι (Ν) και με το σίγμα (Σ)»: Αυτό που λέγεται είναι πλήρες και ολοκληρωμένο. Στη βυζαντινή περίοδο πολλές λέξεις τελείωναν σε «ν» ή «ς» και θεωρούνταν γραμματικά πληρέστερες σε σχέση με εκείνες που δεν είχαν ως κατάληξη ένα από αυτά τα δύο γράμματα. Γι’ αυτό και θεωρούσαν ολοκληρωμένες φράσεις αυτές που είχαν πολλά «ν» και «ς».
- α. «να ακολουθήσουμε τη μέση οδό»: να βρούμε τη μέση λύση μεταξύ δύο ακραίων απόψεων, β. «πρέπει να βγει από τη μέση»: να σταματήσει να εμφανίζεται δημοσίως, να εξαφανιστεί ή ακόμα και να αφανιστεί, γ. «θα το βγάλω στη (στα) φόρα»: θα το γνωστοποιήσω στο ευρύ κοινό, δ. «πετάχτηκε στη μέση» - «βγήκε στη μέση»: εμφανίστηκε ξαφνικά δημόσια. Όλες αυτές οι φράσεις σχετίζονται με τη Μέση Οδό, τον κύριο οδικό άξονα της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος χώριζε την Πόλη στη μέση και έφτανε μέχρι την πρώτη Χρυσή Πύλη. Ήταν ο πιο κεντρικός και πολυσύχναστος δρόμος της Πόλης και περνούσε από μεγάλα και πολυσύχναστα φόρα (αγορές/ λατινικό forum)
Εργαλεία